Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λοιδορητικός
λοιδορία
λοίδορος
λοιμεύομαι
λοίμη
λοιμικός
λοιμοποιός
λοιμός
λοιμότης
λοιμοφόρος
λοιμώδης
λοιμώσσω
λοιπαδάριος
λοιπάζω
λοιπάς
λοιπασμός
λοιπογραφέω
λοιπογραφία
λοιπός
λοισθήϊος
λοίσθιος
View word page
λοιμώδης
like plague, pestilential
ShortDef
like plague, pestilential
Debugging
Headword:
λοιμώδης
Headword (normalized):
λοιμώδης
Headword (normalized/stripped):
λοιμωδης
IDX:
53686
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53687
Key:
Data
{'content': 'like plague, pestilential'}