Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λογεύω
λογία
λογίατρος
λογίδιον
λογίζομαι
λογικεύομαι
λογικός
λογικότης
λόγιμος
λόγιον
λόγιος
λογιότης
λόγισμα
λογισμός
λογιστεία
λογιστέον
λογιστέος
λογιστεύω
λογιστήριον
λογιστής
λογιστικός
View word page
λόγιος
versed in tales
ShortDef
versed in tales
Debugging
Headword:
λόγιος
Headword (normalized):
λόγιος
Headword (normalized/stripped):
λογιος
IDX:
53591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53592
Key:
Data
{'content': 'versed in tales'}