Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λογάω
Λογγανός
λογγάσια
λογεία
λογεῖον
λογέμπορος
λόγευμα
λογεύς
λογευτήριον
λογευτής
λογευτικόν
λογεύω
λογία
λογίατρος
λογίδιον
λογίζομαι
λογικεύομαι
λογικός
λογικότης
λόγιμος
λόγιον
View word page
λογευτικόν
cost of collection

ShortDef

cost of collection

Debugging

Headword:
λογευτικόν
Headword (normalized):
λογευτικόν
Headword (normalized/stripped):
λογευτικον
IDX:
53580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53581
Key:

Data

{'content': 'cost of collection'}