Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιχάς
λιχμάζω
λιχμάω
λιχμήμων
λιχμήρης
λιχνεία
λίχνευμα
λιχνεύω
λιχνοβόρος
λιχνόγραυς
λίχνος
λιχνοτένθης
λιχνοφιλάργυρος
λιχνώδης
λίψ
λίψ2
λίψ3
λιψουρία
λόβιον
λοβός
λογάδην
View word page
λίχνος
dainty, lickerish, greedy

ShortDef

dainty, lickerish, greedy

Debugging

Headword:
λίχνος
Headword (normalized):
λίχνος
Headword (normalized/stripped):
λιχνος
IDX:
53553
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53554
Key:

Data

{'content': 'dainty, lickerish, greedy'}