Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λίφαιμος
λιφερνέω
λιχανοειδής
λιχανός
Λίχας
λιχάς
λιχμάζω
λιχμάω
λιχμήμων
λιχμήρης
λιχνεία
λίχνευμα
λιχνεύω
λιχνοβόρος
λιχνόγραυς
λίχνος
λιχνοτένθης
λιχνοφιλάργυρος
λιχνώδης
λίψ
λίψ2
View word page
λιχνεία
daintiness, greediness

ShortDef

daintiness, greediness

Debugging

Headword:
λιχνεία
Headword (normalized):
λιχνεία
Headword (normalized/stripped):
λιχνεια
IDX:
53548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53549
Key:

Data

{'content': 'daintiness, greediness'}