Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιτρίζω
λιτρισμός
λιτροδόκη
λιτρόμηλον
λιτροπώλης
λιτροσκόπος
Λιτυέρσης
λίτυον
λιφαιμέω
λιφαιμία
λίφαιμος
λιφερνέω
λιχανοειδής
λιχανός
Λίχας
λιχάς
λιχμάζω
λιχμάω
λιχμήμων
λιχμήρης
λιχνεία
View word page
λίφαιμος
lacking blood

ShortDef

lacking blood

Debugging

Headword:
λίφαιμος
Headword (normalized):
λίφαιμος
Headword (normalized/stripped):
λιφαιμος
IDX:
53538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53539
Key:

Data

{'content': 'lacking blood'}