Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιτανεύω
λιτανός
λιταργίζω
λίταργος
λιτή
λιτόβιος
λιτοδίαιτος
λιτός
λιτός3
λιτότης
λίτρα
λιτραῖος
λιτρασμός
λιτρίζω
λιτρισμός
λιτροδόκη
λιτρόμηλον
λιτροπώλης
λιτροσκόπος
Λιτυέρσης
λίτυον
View word page
λίτρα
a silver coin; a pound

ShortDef

a silver coin; a pound

Debugging

Headword:
λίτρα
Headword (normalized):
λίτρα
Headword (normalized/stripped):
λιτρα
IDX:
53525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53526
Key:

Data

{'content': 'a silver coin; a pound'}