Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λίσσωμα
λίσσωσις
λιστός
λιστραίνω
λιστρεύω
λίστρον
λιστρωτός
λίσφος
λίσχροι
λιτά
λῖτα
λιταίνω
λιταῖος
λιτανεία
λιτανευτικός
λιτανευτός
λιτανεύω
λιτανός
λιταργίζω
λίταργος
λιτή
View word page
λῖτα
linen cloth
ShortDef
linen cloth
Debugging
Headword:
λῖτα
Headword (normalized):
λῖτα
Headword (normalized/stripped):
λιτα
IDX:
53509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53510
Key:
Data
{'content': 'linen cloth'}