Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λίσπαι
λισπόπυγος
λίσπος
λισσάνιος
λισσάς
λίσσομαι
Λίσσος
λισσός
λισσόω
λίσσωμα
λίσσωσις
λιστός
λιστραίνω
λιστρεύω
λίστρον
λιστρωτός
λίσφος
λίσχροι
λιτά
λῖτα
λιταίνω
View word page
λίσσωσις
setting of the hair from the crown of the head

ShortDef

setting of the hair from the crown of the head

Debugging

Headword:
λίσσωσις
Headword (normalized):
λίσσωσις
Headword (normalized/stripped):
λισσωσις
IDX:
53500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53501
Key:

Data

{'content': 'setting of the hair from the crown of the head'}