Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιπότεκνος
λιποτελέω
λιπότης
λιποτονέω
λιποτριχέω
λιποτριχής
λιπουργός
λίπουρος
λιποψυχέω
λιποψυχία
λιποψυχώδης
λίπτομαι
λιπυρία
λιπώδης
λιραίνω
Λίρις
λιρός
λιρόφθαλμος
λίς
λίς2
λισγάριον
View word page
λιποψυχώδης
like λιποψυχία, faint

ShortDef

like λιποψυχία, faint

Debugging

Headword:
λιποψυχώδης
Headword (normalized):
λιποψυχώδης
Headword (normalized/stripped):
λιποψυχωδης
IDX:
53479
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53480
Key:

Data

{'content': 'like λιποψυχία, faint'}