Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιποτάκτης
λιποταξία
λιποτάξιον
λιποταξίου
λιπότεκνος
λιποτελέω
λιπότης
λιποτονέω
λιποτριχέω
λιποτριχής
λιπουργός
λίπουρος
λιποψυχέω
λιποψυχία
λιποψυχώδης
λίπτομαι
λιπυρία
λιπώδης
λιραίνω
Λίρις
λιρός
View word page
λιπουργός
badly healed
ShortDef
badly healed
Debugging
Headword:
λιπουργός
Headword (normalized):
λιπουργός
Headword (normalized/stripped):
λιπουργος
IDX:
53475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53476
Key:
Data
{'content': 'badly healed'}