Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιπόδερμος
λιποδρανέω
λιποδρανής
λιπόθηλος
λιπόθριξ
λιπόθροος
λιποθυμέω
λιποθυμία
λιποθυμικός
λιποθυμιώδης
λιπόκεντρος
λιπόκρεως
λιπόκωπος
λιπομαρτύριον
λιπομαρτυρίου
λιπομήτωρ
λιπόναυς
λιποναύτης
λιποναυτίου
λιπόξυλος
λιπόπαις
View word page
λιπόκεντρος
leaving a sting

ShortDef

leaving a sting

Debugging

Headword:
λιπόκεντρος
Headword (normalized):
λιπόκεντρος
Headword (normalized/stripped):
λιποκεντρος
IDX:
53432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53433
Key:

Data

{'content': 'leaving a sting'}