Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιποβοτανέω
λιπογάλακτος
λιπόγαμος
λιπόγληνος
λιπόγλωσσος
λιπογράμματος
λιπόγυιος
λιποδεής
λιποδερμέω
λιπόδερμος
λιποδρανέω
λιποδρανής
λιπόθηλος
λιπόθριξ
λιπόθροος
λιποθυμέω
λιποθυμία
λιποθυμικός
λιποθυμιώδης
λιπόκεντρος
λιπόκρεως
View word page
λιποδρανέω
fail in strength

ShortDef

fail in strength

Debugging

Headword:
λιποδρανέω
Headword (normalized):
λιποδρανέω
Headword (normalized/stripped):
λιποδρανεω
IDX:
53423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53424
Key:

Data

{'content': 'fail in strength'}