Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιπέλαιον
λιπεργάτης
λιπερνέω
λιπερνής
λιπεσάνωρ
λιπήμεροι
λιποβοτανέω
λιπογάλακτος
λιπόγαμος
λιπόγληνος
λιπόγλωσσος
λιπογράμματος
λιπόγυιος
λιποδεής
λιποδερμέω
λιπόδερμος
λιποδρανέω
λιποδρανής
λιπόθηλος
λιπόθριξ
λιπόθροος
View word page
λιπόγλωσσος
tongueless

ShortDef

tongueless

Debugging

Headword:
λιπόγλωσσος
Headword (normalized):
λιπόγλωσσος
Headword (normalized/stripped):
λιπογλωσσος
IDX:
53417
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53418
Key:

Data

{'content': 'tongueless'}