Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιπασμός
λιπαυγής
λιπαυρέω
λιπάω
λιπέλαιον
λιπεργάτης
λιπερνέω
λιπερνής
λιπεσάνωρ
λιπήμεροι
λιποβοτανέω
λιπογάλακτος
λιπόγαμος
λιπόγληνος
λιπόγλωσσος
λιπογράμματος
λιπόγυιος
λιποδεής
λιποδερμέω
λιπόδερμος
λιποδρανέω
View word page
λιποβοτανέω
lose
ShortDef
lose
Debugging
Headword:
λιποβοτανέω
Headword (normalized):
λιποβοτανέω
Headword (normalized/stripped):
λιποβοτανεω
IDX:
53413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53414
Key:
Data
{'content': 'lose'}