Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιπάρησις
λιπαρητέον
λιπαρητέος
λιπαρία
λιπαρία2
λιπαρόγειος
λιπαρόζωνος
λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαρόμματος
λιπαροπλόκαμος
λιπαρός
λιπαρότης
λιπαρότροφος
λιπαρόχροος
λιπαρώψ
λίπας
λίπασμα
λιπασμός
λιπαυγής
λιπαυρέω
View word page
λιπαροπλόκαμος
with glossy locks

ShortDef

with glossy locks

Debugging

Headword:
λιπαροπλόκαμος
Headword (normalized):
λιπαροπλόκαμος
Headword (normalized/stripped):
λιπαροπλοκαμος
IDX:
53395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53396
Key:

Data

{'content': 'with glossy locks'}