Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λίπανσις
λιπαντέον
λιπαντικός
Λιπάρα
Λιπαραῖος
λιπαράμπυξ
λιπαραυγής
λιπαρέω
λιπαρής
λιπάρησις
λιπαρητέον
λιπαρητέος
λιπαρία
λιπαρία2
λιπαρόγειος
λιπαρόζωνος
λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαρόμματος
λιπαροπλόκαμος
λιπαρός
View word page
λιπαρητέον
one must be importunate

ShortDef

one must be importunate

Debugging

Headword:
λιπαρητέον
Headword (normalized):
λιπαρητέον
Headword (normalized/stripped):
λιπαρητεον
IDX:
53386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53387
Key:

Data

{'content': 'one must be importunate'}