Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λίπα
λιπάδελφος
λιπαίνω
λιπανδρέω
λιπανδρία
λίπανσις
λιπαντέον
λιπαντικός
Λιπάρα
Λιπαραῖος
λιπαράμπυξ
λιπαραυγής
λιπαρέω
λιπαρής
λιπάρησις
λιπαρητέον
λιπαρητέος
λιπαρία
λιπαρία2
λιπαρόγειος
λιπαρόζωνος
View word page
λιπαράμπυξ
with bright tiara

ShortDef

with bright tiara

Debugging

Headword:
λιπαράμπυξ
Headword (normalized):
λιπαράμπυξ
Headword (normalized/stripped):
λιπαραμπυξ
IDX:
53381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53382
Key:

Data

{'content': 'with bright tiara'}