Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λίνυφος
λινῳδία
λινωνία
λίπα
λιπάδελφος
λιπαίνω
λιπανδρέω
λιπανδρία
λίπανσις
λιπαντέον
λιπαντικός
Λιπάρα
Λιπαραῖος
λιπαράμπυξ
λιπαραυγής
λιπαρέω
λιπαρής
λιπάρησις
λιπαρητέον
λιπαρητέος
λιπαρία
View word page
λιπαντικός
of or for anointing

ShortDef

of or for anointing

Debugging

Headword:
λιπαντικός
Headword (normalized):
λιπαντικός
Headword (normalized/stripped):
λιπαντικος
IDX:
53378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53379
Key:

Data

{'content': 'of or for anointing'}