Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λινοθήρας
λινοθήρης
λινοθώραξ
λινοθώρηξ
λινοκαλάμη
λινόκλωστος
λινοκριθή
λινόκροκος
λίνον
λινόπεπλος
λινόπλεκτος
λινοπλόκος
λινοπλυτής
λινοποιός
λινοπόρος
λινοπτάομαι
λινόπτερος
λινόπτης
λινοπώλης
λινορραφής
Λίνος
View word page
λινόπλεκτος
twisted
ShortDef
twisted
Debugging
Headword:
λινόπλεκτος
Headword (normalized):
λινόπλεκτος
Headword (normalized/stripped):
λινοπλεκτος
IDX:
53325
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53326
Key:
Data
{'content': 'twisted'}