Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιναγρέτης
λιναῖος
λινάριον
λινάρμενον
Λίνδος
λίνειος
λινέμπορος
λίνεος
λινεργής
λινεύω
λινέψιον
λινεψός
λινικός
λινογενής
λινόδετος
λινοερκής
λινόζευκτος
λινόζωστις
λινόζωστος
λινοθήρας
λινοθήρης
View word page
λινέψιον
tax on

ShortDef

tax on

Debugging

Headword:
λινέψιον
Headword (normalized):
λινέψιον
Headword (normalized/stripped):
λινεψιον
IDX:
53306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53307
Key:

Data

{'content': 'tax on'}