Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγκυρίζω
ἀγκύριον
ἀγκύρισμα
ἀγκυρίτης
ἀγκυροβολέω
ἀγκυροβόλιον
ἀγκυροειδής
ἀγκυρομήλη
ἀγκυρουχία
ἀγκυρωτός
ἀγκών
ἀγκωνίζω
ἀγκώνιον
ἀγκωνισμός
ἀγκωνόδεσμος
ἀγκωνοειδής
ἀγλαέθειρος
Ἀγλαΐα
ἀγλαΐα
ἀγλαΐζομαι
ἀγλαΐζω
View word page
ἀγκών
the bend of the arm, the elbow
ShortDef
the bend of the arm, the elbow
Debugging
Headword:
ἀγκών
Headword (normalized):
ἀγκών
Headword (normalized/stripped):
αγκων
IDX:
532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-533
Key:
Data
{'content': 'the bend of the arm, the elbow'}