Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιμνουργός
λιμνοφυής
λιμνόχαρις
λιμνώδης
Λιμνώρεια
λιμοδοξέω
λιμοδοξία
λιμοθνής
λιμοκίμβιξ
λιμοκόλαξ
λιμοκτονέω
λιμοκτονία
λιμόξηρος
λιμοποιός
λιμός
λιμοφορεύς
λιμόψωρος
λιμώδης
λίμωξις
λιμώσσω
λιναγρέτης
View word page
λιμοκτονέω
to kill by hunger, starve

ShortDef

to kill by hunger, starve

Debugging

Headword:
λιμοκτονέω
Headword (normalized):
λιμοκτονέω
Headword (normalized/stripped):
λιμοκτονεω
IDX:
53286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53287
Key:

Data

{'content': 'to kill by hunger, starve'}