Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιμενοειδής
λιμενοποιΐα
λιμενοποιϊκά
λιμενορμίτης
λιμενοσκόπος
λιμενουργία
λιμενοφύλαξ
λιμήν
λιμηρός
λιμηρός2
λίμνα
λιμναγενής
λιμνάζω
Λίμναι
Λιμναία
λιμναῖος
λιμνασία
λιμνασμός
λιμναστεία
λιμναστής
λίμνη
View word page
λίμνα
lake

ShortDef

lake

Debugging

Headword:
λίμνα
Headword (normalized):
λίμνα
Headword (normalized/stripped):
λιμνα
IDX:
53253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53254
Key:

Data

{'content': 'lake'}