Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιμαγχικός
λιμαγχονικός
λιμαίνω
λιμαλέος
λιμβός
λιμεναρχέω
λιμενάρχης
Λιμενήιον
λιμενήοχος
λιμενίζω
λιμένιος
λιμενίτης
λιμενιτικός
λιμενοειδής
λιμενοποιΐα
λιμενοποιϊκά
λιμενορμίτης
λιμενοσκόπος
λιμενουργία
λιμενοφύλαξ
λιμήν
View word page
λιμένιος
of the harbour
ShortDef
of the harbour
Debugging
Headword:
λιμένιος
Headword (normalized):
λιμένιος
Headword (normalized/stripped):
λιμενιος
IDX:
53240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53241
Key:
Data
{'content': 'of the harbour'}