Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λικμητικός
λικμητός
λικνίτης
λίκνον
λικνοφορέω
λικνοφόρος
λικριφίς
λικροί
Λίκυμνα
Λικύμνιος
Λίλαια
λιλαίομαι
Λίλαιος
Λιλύβαιον
λιμαγχέω
λιμαγχία
λιμαγχικός
λιμαγχονικός
λιμαίνω
λιμαλέος
λιμβός
View word page
Λίλαια
Lilaea
ShortDef
Lilaea
Debugging
Headword:
Λίλαια
Headword (normalized):
λίλαια
Headword (normalized/stripped):
λιλαια
IDX:
53224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53225
Key:
Data
{'content': 'Lilaea'}