Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιθοκαλλής
λιθοκάρδιος
λιθοκέφαλος
λιθόκολλα
λιθοκόλλητος
λιθοκοπέω
λιθοκοπικός
λιθοκόπος
λιθοκρήδεμνος
λιθοκτονία
λιθολάβος
λιθολευστέω
λιθόλευστος
λιθολογέω
λιθολόγημα
λιθολογία
λιθολόγος
λιθοξόανος
λιθοξοεῖον
λιθοξοϊκός
λιθοξόος
View word page
λιθολάβος
instrument for extracting the stone

ShortDef

instrument for extracting the stone

Debugging

Headword:
λιθολάβος
Headword (normalized):
λιθολάβος
Headword (normalized/stripped):
λιθολαβος
IDX:
53162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53163
Key:

Data

{'content': 'instrument for extracting the stone'}