Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιθοθεσία
λιθοθήρας
λιθοικοδόμητος
λιθοκαλλής
λιθοκάρδιος
λιθοκέφαλος
λιθόκολλα
λιθοκόλλητος
λιθοκοπέω
λιθοκοπικός
λιθοκόπος
λιθοκρήδεμνος
λιθοκτονία
λιθολάβος
λιθολευστέω
λιθόλευστος
λιθολογέω
λιθολόγημα
λιθολογία
λιθολόγος
λιθοξόανος
View word page
λιθοκόπος
a stone-cutter
ShortDef
a stone-cutter
Debugging
Headword:
λιθοκόπος
Headword (normalized):
λιθοκόπος
Headword (normalized/stripped):
λιθοκοπος
IDX:
53159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53160
Key:
Data
{'content': 'a stone-cutter'}