Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιθινότης
λιθίον
λιθόβασις
λιθοβλής
λιθόβλητος
λιθοβολέω
λιθοβόλια
λιθοβολία
λιθόβολος
λιθοβόλος
λιθόγληνος
λιθογλύπτης
λιθογλυφία
λιθογλύφος
λιθογλώχιν
λιθογνωμικός
λιθοδαίδαλος
λιθόδενδρον
λιθοδερκής
λιθόδερμος
λιθοδικτέω
View word page
λιθόγληνος
stony-eyed
ShortDef
stony-eyed
Debugging
Headword:
λιθόγληνος
Headword (normalized):
λιθόγληνος
Headword (normalized/stripped):
λιθογληνος
IDX:
53134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53135
Key:
Data
{'content': 'stony-eyed'}