Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιγύκροτος
λιγύμολπος
λιγύμυθος
λιγυπνείων
λιγύπνοιος
λιγυπτέρυγος
λιγυρίζω
λιγυρός
λιγυρότης
Λίγυς
λιγύς
Λιγυστικός
Λιγυστίνη
λιγυσφάραγος
λιγύφθογγος
λιγυφωνέω
λιγύφωνος
λιδρίον
λίζιος
λίην
λιθαγωγία
View word page
λιγύς
clear, whistling

ShortDef

clear, whistling

Debugging

Headword:
λιγύς
Headword (normalized):
λιγύς
Headword (normalized/stripped):
λιγυς
IDX:
53089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53090
Key:

Data

{'content': 'clear, whistling'}