Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιγυηχής
λιγυκλαγγής
λιγύκροτος
λιγύμολπος
λιγύμυθος
λιγυπνείων
λιγύπνοιος
λιγυπτέρυγος
λιγυρίζω
λιγυρός
λιγυρότης
Λίγυς
λιγύς
Λιγυστικός
Λιγυστίνη
λιγυσφάραγος
λιγύφθογγος
λιγυφωνέω
λιγύφωνος
λιδρίον
λίζιος
View word page
λιγυρότης
clearness, sweetness

ShortDef

clearness, sweetness

Debugging

Headword:
λιγυρότης
Headword (normalized):
λιγυρότης
Headword (normalized/stripped):
λιγυροτης
IDX:
53087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53088
Key:

Data

{'content': 'clearness, sweetness'}