Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιγνύς
λιγνυώδης
λίγξε
λιγουρά
λιγυάοιδος
λιγυηχής
λιγυκλαγγής
λιγύκροτος
λιγύμολπος
λιγύμυθος
λιγυπνείων
λιγύπνοιος
λιγυπτέρυγος
λιγυρίζω
λιγυρός
λιγυρότης
Λίγυς
λιγύς
Λιγυστικός
Λιγυστίνη
λιγυσφάραγος
View word page
λιγυπνείων
shrill-blowing, whistling (λιγὺ πν.)
ShortDef
shrill-blowing, whistling (λιγὺ πν.)
Debugging
Headword:
λιγυπνείων
Headword (normalized):
λιγυπνείων
Headword (normalized/stripped):
λιγυπνειων
IDX:
53082
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53083
Key:
Data
{'content': 'shrill-blowing, whistling (λιγὺ πν.)'}