Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λιβανωτίς
λιβανωτίς2
λιβανωτοπωλέω
λιβανωτοπώλης
λιβανωτός
λιβανωτοφόρος
λιβανωτρίς
λιβάς
λίβελλος
λίβερτος
λιβικός
λιβόνοτος
λίβος
λιβρός
Λιβυάρχης
Λιβύη
Λιβύηθε
Λιβυκός
λίβυον
Λιβυρνία
Λιβυρνικός
View word page
λιβικός
western
ShortDef
western
Debugging
Headword:
λιβικός
Headword (normalized):
λιβικός
Headword (normalized/stripped):
λιβικος
IDX:
53047
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53048
Key:
Data
{'content': 'western'}