Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιβανοφόρος
λιβανόχροος
λιβανώδης
λιβανωτίδιον
λιβανωτίζω
λιβανωτικός
λιβανώτινος
λιβανωτίς
λιβανωτίς2
λιβανωτοπωλέω
λιβανωτοπώλης
λιβανωτός
λιβανωτοφόρος
λιβανωτρίς
λιβάς
λίβελλος
λίβερτος
λιβικός
λιβόνοτος
λίβος
λιβρός
View word page
λιβανωτοπώλης
dealer in frankincense

ShortDef

dealer in frankincense

Debugging

Headword:
λιβανωτοπώλης
Headword (normalized):
λιβανωτοπώλης
Headword (normalized/stripped):
λιβανωτοπωλης
IDX:
53040
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53041
Key:

Data

{'content': 'dealer in frankincense'}