Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λιβάζω
λιβανίζω
λιβάνινος
λιβανοθήκη
λιβανοκαΐα
λιβανόμαντις
λιβανόομαι
Λίβανος
λίβανος
λιβανοφόρος
λιβανόχροος
λιβανώδης
λιβανωτίδιον
λιβανωτίζω
λιβανωτικός
λιβανώτινος
λιβανωτίς
λιβανωτίς2
λιβανωτοπωλέω
λιβανωτοπώλης
λιβανωτός
View word page
λιβανόχροος
frankincense-coloured

ShortDef

frankincense-coloured

Debugging

Headword:
λιβανόχροος
Headword (normalized):
λιβανόχροος
Headword (normalized/stripped):
λιβανοχροος
IDX:
53031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53032
Key:

Data

{'content': 'frankincense-coloured'}