Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λήσμων
λῃστάρχης
λῄσταρχος
λῃστεία
λῃστεύω
λῃστήρ
λῃστήριον
λῃστής
λῃστικός
λῆστις
λῃστοδιώκτης
λῃστοκτόνος
λῃστοπιαστής
λῃστοσαλπιγκτής
λῃστρικός
λῃστρίς
λῃστρών
λῄταρχος
λῄτειρα
Λητογενής
Λητοΐδης
View word page
λῃστοδιώκτης
latrunculator

ShortDef

latrunculator

Debugging

Headword:
λῃστοδιώκτης
Headword (normalized):
λῃστοδιώκτης
Headword (normalized/stripped):
ληστοδιωκτης
IDX:
53000
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53001
Key:

Data

{'content': 'latrunculator'}