Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ληνόπιθος
ληνός
λῆνος
ληξιαρχικός
ληξιπύρετος
λῆξις
λῆξις2
ληξίφωτος
ληπτέος
λήπτης
ληπτικός
ληπτός
ληρέω
λήρημα
λήρησις
λῆρος
λῆρος2
ληρωδέω
ληρώδης
ληρωδία
λησίμβροτος
View word page
ληπτικός
disposed to accept

ShortDef

disposed to accept

Debugging

Headword:
ληπτικός
Headword (normalized):
ληπτικός
Headword (normalized/stripped):
ληπτικος
IDX:
52976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52977
Key:

Data

{'content': 'disposed to accept'}