Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀμφιστρεύς
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιστροφή
ἀμφίστροφος
ἀμφίσφαιρα
ἀμφισφάλλω
ἀμφίσφαλσις
ἀμφίσφυρα
ἀμφιταλαντεύω
ἀμφιτανύω
ἀμφιτάπης
ἀμφιταράσσομαι
ἀμφιτείνομαι
ἀμφιτειχής
ἀμφιτέμνω
ἀμφίτερμος
ἀμφιτεύχω
ἀμφιτίθημι
ἀμφιτιμάομαι
ἀμφιτινάσσω
View word page
ἀμφιτανύω
to stretch all round

ShortDef

to stretch all round

Debugging

Headword:
ἀμφιτανύω
Headword (normalized):
ἀμφιτανύω
Headword (normalized/stripped):
αμφιτανυω
IDX:
5296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5297
Key:

Data

{'content': 'to stretch all round'}