Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ληκίνδα
ληκτέον
ληκτήριος
ληκτικός
ληκυθίζω
ληκύθιον
ληκυθισμός
ληκυθιστής
ληκυθοποιός
ληκυθοπώλης
λήκυθος
ληκυθουργός
ληκυθοφόρος
ληκώ
Λήλαντον
λῆμα
λημαλέος
ληματίας
ληματιάω
λημάω
λήμη
View word page
λήκυθος
an oil-flask, oil-bottle

ShortDef

an oil-flask, oil-bottle

Debugging

Headword:
λήκυθος
Headword (normalized):
λήκυθος
Headword (normalized/stripped):
ληκυθος
IDX:
52928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52929
Key:

Data

{'content': 'an oil-flask, oil-bottle'}