Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λήκημα
ληκητής
ληκίνδα
ληκτέον
ληκτήριος
ληκτικός
ληκυθίζω
ληκύθιον
ληκυθισμός
ληκυθιστής
ληκυθοποιός
ληκυθοπώλης
λήκυθος
ληκυθουργός
ληκυθοφόρος
ληκώ
Λήλαντον
λῆμα
λημαλέος
ληματίας
ληματιάω
View word page
ληκυθοποιός
maker of oil-flasks

ShortDef

maker of oil-flasks

Debugging

Headword:
ληκυθοποιός
Headword (normalized):
ληκυθοποιός
Headword (normalized/stripped):
ληκυθοποιος
IDX:
52926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52927
Key:

Data

{'content': 'maker of oil-flasks'}