Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφιστεφής
ἀμφίστημι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατάομαι
Ἀμφιστρεύς
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιστροφή
ἀμφίστροφος
ἀμφίσφαιρα
ἀμφισφάλλω
ἀμφίσφαλσις
ἀμφίσφυρα
ἀμφιταλαντεύω
ἀμφιτανύω
ἀμφιτάπης
ἀμφιταράσσομαι
ἀμφιτείνομαι
ἀμφιτειχής
ἀμφιτέμνω
View word page
ἀμφίσφαιρα
buttoned boots
ShortDef
buttoned boots
Debugging
Headword:
ἀμφίσφαιρα
Headword (normalized):
ἀμφίσφαιρα
Headword (normalized/stripped):
αμφισφαιρα
IDX:
5291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5292
Key:
Data
{'content': 'buttoned boots'}