Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ληϊάς
ληϊβότειρα
ληϊβοτήρ
ληΐδιος
ληΐζομαι
ληΐνη
ληϊνόμος
λήϊον
λήϊον2
ληΐς
ληϊστήρ
ληϊστός
ληϊστύς
ληΐστωρ
ληῖτις
λήϊτον
Λήϊτος
ληκάω
ληκέω
λήκημα
ληκητής
View word page
ληϊστήρ
a robber
ShortDef
a robber
Debugging
Headword:
ληϊστήρ
Headword (normalized):
ληϊστήρ
Headword (normalized/stripped):
ληιστηρ
IDX:
52907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52908
Key:
Data
{'content': 'a robber'}