Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμφιστέλλομαι
ἀμφιστένω
ἀμφίστερνος
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφιστεφής
ἀμφίστημι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατάομαι
Ἀμφιστρεύς
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιστροφή
ἀμφίστροφος
ἀμφίσφαιρα
ἀμφισφάλλω
ἀμφίσφαλσις
ἀμφίσφυρα
ἀμφιταλαντεύω
ἀμφιτανύω
ἀμφιτάπης
ἀμφιταράσσομαι
View word page
ἀμφιστρόγγυλος
quite round

ShortDef

quite round

Debugging

Headword:
ἀμφιστρόγγυλος
Headword (normalized):
ἀμφιστρόγγυλος
Headword (normalized/stripped):
αμφιστρογγυλος
IDX:
5288
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5289
Key:

Data

{'content': 'quite round'}