Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λευκοφλεγματώδης
λευκόφλοιος
λευκοφορέω
λευκοφορινόχροος
λευκοφόρος
λεύκοφρυς
λευκόφυλλος
λευκοχίτων
λευκοχίτωνος
λευκόχλωρος
λευκόχριστος
λευκόχροια
λευκόχροος
λευκόχρυσος
λευκόχρως
λευκόψαρος
λευκόω
Λεῦκτρα
Λεῦκτρον
λευκώλενος
λεύκωμα
View word page
λευκόχριστος
whitewashed

ShortDef

whitewashed

Debugging

Headword:
λευκόχριστος
Headword (normalized):
λευκόχριστος
Headword (normalized/stripped):
λευκοχριστος
IDX:
52819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52820
Key:

Data

{'content': 'whitewashed'}