Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμφισβητητικός
ἀμφισβήτητος
ἀμφισκέπαρνος
ἀμφίσκιος
ἀμφίσκωμοι
ἀμφισπάω
ἀμφίσπορα
ἀμφιστέλλομαι
ἀμφιστένω
ἀμφίστερνος
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφιστεφής
ἀμφίστημι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατάομαι
Ἀμφιστρεύς
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιστροφή
ἀμφίστροφος
ἀμφίσφαιρα
View word page
ἀμφιστεφανόομαι
to stand all round like a crown
ShortDef
to stand all round like a crown
Debugging
Headword:
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized):
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized/stripped):
αμφιστεφανοομαι
IDX:
5281
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5282
Key:
Data
{'content': 'to stand all round like a crown'}