Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λευκοφλεγματίας
λευκοφλέγματος
λευκοφλεγματώδης
λευκόφλοιος
λευκοφορέω
λευκοφορινόχροος
λευκοφόρος
λεύκοφρυς
λευκόφυλλος
λευκοχίτων
λευκοχίτωνος
λευκόχλωρος
λευκόχριστος
λευκόχροια
λευκόχροος
λευκόχρυσος
λευκόχρως
λευκόψαρος
λευκόω
Λεῦκτρα
Λεῦκτρον
View word page
λευκοχίτωνος
white-coated

ShortDef

white-coated

Debugging

Headword:
λευκοχίτωνος
Headword (normalized):
λευκοχίτωνος
Headword (normalized/stripped):
λευκοχιτωνος
IDX:
52817
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52818
Key:

Data

{'content': 'white-coated'}