Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λευκόστολος
λευκόσφυρος
λευκοσώματος
λευκότης
λευκοτράχηλος
λευκοτριχέω
λευκότροφος
λευκουργέω
λευκουργός
λεύκουρος
λευκοϋφής
λευκοφαής
λευκόφαιος
λευκόφθαλμος
λευκοφλεγματέω
λευκοφλεγματία
λευκοφλεγματίας
λευκοφλέγματος
λευκοφλεγματώδης
λευκόφλοιος
λευκοφορέω
View word page
λευκοϋφής
of a white web
ShortDef
of a white web
Debugging
Headword:
λευκοϋφής
Headword (normalized):
λευκοϋφής
Headword (normalized/stripped):
λευκουφης
IDX:
52801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52802
Key:
Data
{'content': 'of a white web'}