Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λευκόπυρος
λευκόπυρρος
λευκόπωλος
λευκορόδιος
λευκόροδον
λευκόρυγχος
λεῦκος
Λεῦκος
λευκός
λευκόσαρκος
λευκόσπανος
λευκόστερνος
λευκοστεφής
λευκόστικτος
λευκόστολος
λευκόσφυρος
λευκοσώματος
λευκότης
λευκοτράχηλος
λευκοτριχέω
λευκότροφος
View word page
λευκόσπανος
pale-grey
ShortDef
pale-grey
Debugging
Headword:
λευκόσπανος
Headword (normalized):
λευκόσπανος
Headword (normalized/stripped):
λευκοσπανος
IDX:
52787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52788
Key:
Data
{'content': 'pale-grey'}