Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λευκοποδήρης
λευκοποίκιλος
λευκοποιός
λευκόπους
λευκόπρωκτος
λευκόπτερος
λευκόπυρος
λευκόπυρρος
λευκόπωλος
λευκορόδιος
λευκόροδον
λευκόρυγχος
λεῦκος
Λεῦκος
λευκός
λευκόσαρκος
λευκόσπανος
λευκόστερνος
λευκοστεφής
λευκόστικτος
λευκόστολος
View word page
λευκόροδον
the white rose

ShortDef

the white rose

Debugging

Headword:
λευκόροδον
Headword (normalized):
λευκόροδον
Headword (normalized/stripped):
λευκοροδον
IDX:
52781
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52782
Key:

Data

{'content': 'the white rose'}