Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λευκόλιθος
λευκόλινον
Λεύκολλα
Λεύκολλος
λευκολόφας
λευκόλοφος
λευκομαινίς
λευκόμαλλος
λευκομέλας
λευκομέτωπος
λευκομήλινος
λευκομυόχρους
λευκομφάλιος
λευκόν
λευκόνοτος
λευκοόπωρος
λευκοπάρειος
λευκοπάρυφος
λευκοπέλιος
λευκόπεπλος
λευκοπέτηλος
View word page
λευκομήλινος
pale-yellow
ShortDef
pale-yellow
Debugging
Headword:
λευκομήλινος
Headword (normalized):
λευκομήλινος
Headword (normalized/stripped):
λευκομηλινος
IDX:
52756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52757
Key:
Data
{'content': 'pale-yellow'}